Μια ακόμα στιλιζαρισμένη σχολική φωτογραφία. Τα παιδιά, τα μισά όρθια και τ’ άλλα μισά καθισμένα μπροστά, ποζάρουν. Στο φόντο κυριαρχεί ένα μουντό κόκκινο χρώμα, δίχως έμπνευση, δίχως πνοή, σχολικό καθαρά.
«Η Ι. βλέπεις; Πραγματική τσαούσω, ενώ η Α. κοριτσάκι…» μου είπες, μα δε σε πρόσεχα. Δε σε πρόσεχα αληθινά, εννοώ. Μιλάς για το σχολείο που ξέρω, για τους μαθητές που τόσες φορές μου έχεις αναφέρει, κι έτσι μπορώ να καταλάβω πολλά χωρίς να σε προσέχω πάντα.
Κι όμως, κοίταζα τη φωτογραφία. Στιλιζαρισμένη, το ξέρω, μα και διαφορετική. Δεν ήταν σαν την περσινή που σε είχε παραμορφώσει ο φωτογράφος. Όλους σας είχε παραμορφώσει. Θυμάσαι; Εσύ μου το είχες πει. Όχι, δεν ήταν σαν την περσινή. Εδώ δέσποζες.
Ακουμπούσες τα χέρια σου στα παιδιά που ήταν μπροστά σου και ήταν σαν να αγκάλιαζες όλη την τάξη. Μα δεν πρόσεχα αυτό. Δε με ενδιαφέρει αυτό. Είμαι ο εραστής σου και πρόσεχα το σώμα σου. Παρατηρούσα το ανεπαίσθητο τελικό σίγμα που διέγραφε το κορμί σου, πολύ πιο κρυφό απ’ αυτό που λάξευε ο αρχαίος γλύπτης, ο Πραξιτέλης, στα αγάλματά του. Ένας ανεπαίσθητος αισθησιασμός ανέβλυζε, χωρίς όμως να το θες –το ξέρω πολύ καλά. ‘Οπως ξέρω πολύ καλά τη δική μου αδυναμία να ξεφύγω απ’ αυτόν. Την αδυναμία κάθε άντρα να ξεφύγει απ’ αυτόν...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου