Παρασκευή 10 Φεβρουαρίου 2012

Ο γέρος

Ηλικιωμένος σέρνει τα πόδια του στηριζόμενος στο μπαστούνι του. Καλοντυμένος, κρατά στο άλλο του χέρι μία ανθοδέσμη. Φτάνει στη στάση, αρνείται ευγενικά να καθίσει και περιμένει στωικά. Το χρώμα του ουρανού ταιριάζει με το γκρι κουστούμι του.

Στο λεωφορείο κάθεται. Ακουμπά την ανθοδέσμη με προσοχή στα γόνατά του, ενώ κρατά το μπαστούνι όρθιο στον διάδρομο. Στο βάθος κάποιοι έφηβοι γελούν δυνατά σπάζοντας τη συνηθισμένη σιωπή τού δρομολογίου.

Κατεβαίνει. Σέρνει και πάλι τα πόδια του στηριζόμενος στο μπαστούνι. Στη γωνία σταματά. Σκύβει με δυσκολία κι αφήνει κάτω την ανθοδέσμη. Ανασηκώνεται. Βάζει το χέρι στην τσέπη και ξετυλίγει ένα απόκομμα εφημερίδας. Άνεμος σηκώνεται δυνατός και το αρπάζει. Το απόκομμα φεύγει, πετάει ψηλά κι ο γέρος αποκαμωμένος μένει να το κοιτάει.

«Τι είναι αυτό, Ασπασία; Για δώσ' το μου.»
Η μικρή τρέχει στη μάνα της και το δίνει. Η μάνα ξετυλίγει το απόκομμα και διαβάζει:
«Ασυνείδητος οδηγός παρέσυρε κι εγκατέλειψε ορφανό κορίτσι».